ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ: ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΚΟΙΤΟΥΝ

 


ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΚΟΙΤΟΥΝ

Του Βασίλη Μαυρογεωργίου

 

Θέατρο «104»

Ευμολπιδών 41, Γκάζι

 

Σκηνοθεσία: Νίκος Δερτιλής, Δημήτρης Γεωργαλάς

 

Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί: Δημήτρης Γεωργαλάς, Δερτιλής Νίκος, Παπαγεωργίου Χρήστος, Βασίλης Νεμπής

 

Σκηνικά: Μαρία Βασιλάκη

Κοστούμια: Μαρία Βασιλάκη

Μουσική Διεύθυνση: Σαβέριος Στόλλας

Φωτισμοί: Βασίλης Αποστολάτος

 

Αναλύει η Μαρίνα Αποστόλου την παράσταση της Δευτέρας 13 Οκτωβρίου 2025 (στις 9.15 μ.μ.)

«Ο ΚΟΣΜΟΣ ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΧΩΡΙΣ ΕΜΑΣ»

 

 

 



Θα μπω κατευθείαν στο θέμα χωρίς περιστροφές: πρόκειται για μια παράσταση στην οποία πολύ απλά λέω ΝΑΙ. Και έχω μια πλειάδα επιχειρημάτων να αραδιάσω. Για πάμε να δούμε:

·      ΤΟ ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ: Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου, παρότι νέος άνθρωπος, δραστηριοποιείται επί σειρά ετών στον χώρο του θεάτρου. Και με τις τρεις βασικές του διαστάσεις/ιδιότητες: και του συγγραφέα, και του ηθοποιού και του σκηνοθέτη. Και αυτό είναι καταφανές στην εν λόγω περίπτωση. Η εμπειρία του είναι αυταπόδεικτη. Κραυγάζει μέσα από τον τρόπο που οικοδομεί τους δραματικούς του χαρακτήρες, και τους τέσσερις ξεχωριστά, μέσα από τον τρόπο που συνθέτει τα δραματικά του γεγονότα και τα πλέκει, μέσα από τον τρόπο που δίνει την κορύφωση και τη λύση. Μας συστήνει με τέσσερα πρόσωπα τα οποία δεν φέρουν συγκεκριμένα ονόματα και δεν χρειάζεται κιόλας καθώς όλοι τους είναι διακριτοί. Για να επιτύχει τους σκοπούς του, επιλέγει ευφυώς τη συνθήκη του πολέμου, μια συνθήκη αγριότητας και ύψιστης εγρήγορσης όπου ο άνθρωπος δείχνει την αληθινή του πλευρά και ποιότητα. Έτσι, ο φασίστας και ο μισάνθρωπος με τον μανδύα της πατριδολατρίας και της συντροφικότητας και των δήθεν υψηλών ιδανικών, θα ξεσπάσει όλα του τα συμπλέγματα και τις μικρότητες και μη αγαπώντας τη ζωή καθώς δεν αγαπάει τον άνθρωπο και ούτε καλά – καλά τον ίδιο του τον εαυτό δεν θα διαστάσει να μεγαλοποιήσει τα πράγματα, να μολύνει με τον φανατισμό του τον συμπολεμιστή του, να προδώσει και να αισθανθεί τη μέγιστη χαιρεκακία. Ζει για το μίσος και τη μιζέρια, ζει μέσα από τη μισαλλοδοξία. Δίπλα του, θα συνυπάρξει εκείνος που θα προτιμούσε να βρίσκεται σε μια παραλία με ποτά και ωραίες γυναίκες, που αφήνει πού και πού επίτηδες κάποιους να περάσουν και να γλιτώσουν από τις σφαίρες του, που δεν αντέχει την απόλυτη πειθαρχία της τάξης, της οργάνωσης, της εντέλειας και που θα επικαλεστεί το καθήκον και τη φύλαξη του πόστου του ως δικαιολογία για την αποφυγή ανάληψης νέων δυσάρεστων ίσως και μοιραίων ευθυνών. Ωστόσο, και αυτός θα πυροβολήσει τον «εχθρό» ο οποίος τον εκλιπαρεί για μια λύση πιστευτή ιδίως τη στιγμή που κινδυνεύουν λίγο πιο πέρα και η γυναίκα του με την κόρη του. Θα τον πυροβολήσει και θα τον σκοτώσει μη ξέροντας ότι και η δική του σειρά δεν θα αργήσει. Ο «εχθρός» πάλι, προερχόμενος από την άλλη μεριά, θα καταφέρει να αρπάξει το όπλο τους, μα μη όντας φονιάς παρά μόνο ένας αμυνόμενος άνθρωπος, θα τους φωνάξει, θα τους απειλήσει, θα διαμαρτυρηθεί, θα περιγράψει την κατάσταση της χώρας του όπου δεν έμεινε τίποτα πάνω της για να επιβιώσει κανείς άρα αναγκαστικά γίνεται μετανάστης και στο τέλος χαρακτηρίζεται και ως ανεπιθύμητο παράσιτο αλλά δεν θα σκοτώσει κανέναν παρότι έχει την ευκαιρία... Ακόμα και την ώρα που ο μισάνθρωπος απειλείται από τον «εχθρό» δεν σταματάει να παραληρεί όλο κακία, αμετανόητος και χωρίς φόβο. Είναι φοβερό το πώς τονίζει ο συγγραφέας το πόσο αναλώσιμοι είμαστε όλοι και όχι απαραίτητα υπό συνθήκη πολέμου, αν το καλοσκεφτεί κανείς. Ο στρατιώτης που υποτίθεται ότι πρόδωσε, πυροβολείται λίγο αφότου έχει αντικατασταθεί από έναν άλλον που θα υπακούσει πιο καλά, απ' όσο λέει ο ίδιος. Μια πληθώρα θεματικών συζητιέται μέσα από το έργο αυτό: τα πάθη των ανθρώπων, οι άπειρες μικροπρέπειές τους, η έλλειψη όρεξης για τη ζωή που οδηγεί στον μηδενισμό, η πρόκληση της ζήλιας ως τέλεια τιμωρία, η διεκδίκηση ως τη μεγαλύτερη έκφραση αγάπης, ο ανθρώπινος πολιτισμός που έχει ένα σωρό εκφάνσεις, η οπτική γωνία του καθενός που ενδέχεται να είναι θετική λ.χ. η ραπτική είναι μορφή τέχνης και μέρος του ανθρώπινου πολιτισμού για τον έναν, η ραπτική είναι τέχνη ευτελής για τον άλλον, πλευρά της μόδας που περνάει και δεν έχει διαχρονική αξία. Ο πόνος και η εγρήγορση που μας κρατάνε ζωντανούς, ο άνθρωπος που μπορεί να γίνει χειρότερος από άγριο θηρίο, η υποκρισία, η δύναμη που δεν πρέπει πάντα να εκφράζεται συνιστούν επίσης μερικές από τις εξόφθαλμες ιδέες του έργου.

·    ΟΙ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ: Και οι τέσσερις ηθοποιοί ήταν εξαιρετικοί με τον Νίκο Δερτιλή να ξεχωρίζει για το πάθος και την ενέργειά του πάνω στη σκηνή. Εντύπωση ιδιαίτερη, οφείλω να ομολογήσω, μου έκανε και ο νέος ηθοποιός Χρήστος Παπαγεωργίου που υποδύθηκε τον εχθρό. Πρόκειται για έναν ταλαντούχο ερμηνευτή που κατά τα φαινόμενα έχει μακρύ μέλλον στον χώρο της υποκριτικής. Ο Δημήτρης Γεωργαλάς, έμπειρος πολύ, είχε στιγμές που οι εκφράσεις του ως φανατισμένος και άκαμπτος αλλά και ανάλγητος ήταν πράγματι αξιοπρόσεκτες. Τον μικρότερο ρόλο του αντικαταστάτη ανέλαβε ο επίσης νέος ηθοποιός Βασίλης Νεμπής που με χαρά εισέρχεται στη φύλαξη των συνόρων έχοντας άγνοια του τι μέλλει γενέσθαι. Πρέπει να πω ότι οι Γεωργαλάς και Δερτιλής απέδωσαν πολύ καλά και τις κωμικές στιγμές του κειμένου που ο συγγραφέας φρόντισε να υπάρχουν, γνωστή τεχνική που χρησιμοποιείται ενίοτε σε τέτοιου είδους κείμενα, εννοώ κείμενα που πραγματεύονται την ανθρώπινη φρίκη.

·      Η ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Εξίσου πολύ καλή, γρήγορος ο ρυθμός της, επέτυχε να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον. Προσωπικά, μου άρεσαν πολύ οι φωτισμοί και η μουσική, επίσης. Το ίδιο έχω να πω και για τα σκηνικά και τα κοστούμια, ήταν κατάλληλες επιλογές.

 

Μπράβο στο θέατρο 104 που φιλοξενεί τέτοιου τύπου παραστάσεις, που δεν φέρουν φιοριτούρες ούτε βροντοφωνάζουν από πριν την αξία τους και το περιεχόμενό τους, που δεν αγχώνονται να αποδείξουν τίποτα από νωρίς αλλά μιλάνε ακριβώς την ώρα που παίζονται και αφήνουν στο τέλος το κοινό πολύ ικανοποιημένο.

Comments