ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ: Η ΣΚΥΛΑ
του Georges de la Fouchardière
Θεατρική απόδοση – Σκηνοθεσία:
ΚΕΡΑΣΙΑ ΣΑΜΑΡΑ
Θέατρο «ΑΛΚΜΗΝΗ»
Αλκμήνη 12, Πετράλωνα
Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί:
®Μανώλης Ιωνάς, Βασίλης Βλάχος,
Κερασία Σαμαρά, Δημήτρης Καραβιώτης, Χίλντα Ηλιοπούλου, Μιράντα Ζησιμοπούλου –
Αγγελική Ξενία (εναλλάξ), Χρήστος Κασιέρης
Αναλύει η Μαρίνα Αποστόλου την παράσταση του Σαββάτου 3 Μαΐου 2025 (στις 9.15 μ.μ.)
ΑΞΙΖΕΙ ΑΡΑΓΕ ΝΑ ΠΕΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟΣΟ ΧΑΜΗΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙ «ΚΑΤΙ»;
ΝΑ ΤΑ ΧΑΣΕΙ ΟΛΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ; Η’ ΜΗΠΩΣ ΤΕΛΙΚΑ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΧΑΣΕΙ;
«Αν έχετε έρθει
ξέγνοιαστοι να παρηγορηθείτε, πως όλα θα σας παν καλά, θα απογοητευτείτε!» «Λαχταρούσα πάντα
αυτό που για τους άλλους ήταν αυτονόητο… Ποτέ δεν μου συνέβαινε τίποτα (…) Και
τότε μου συνέβη κάτι!» «Υπάρχει στους αποτυχημένους
κάτι το προκαθορισμένο… Είναι γενετικό και ανίατο.» |
Γενική αίσθηση: Ένα ακόμα θεατρικό κομψοτέχνημα της Κερασίας Σαμαρά, που
γίνεται όλο και πιο δυνατή και φροντίζει όχι απλά να ικανοποιεί τις προσδοκίες
των θεατών (ειδικά όσοι την ξέρουν θεατρικά προσέρχονται στην παράσταση με
υψηλές προσδοκίες) αλλά και να ανεβάζει συνεχώς τον δικό της προσωπικό πήχη. Και
όλα αυτά αποδεικνύονται περίτρανα μέσα από την επιλογή του έργου (δεν επιλέγει
ποτέ έργα τετριμμένα ούτε έργα που δεν πρόκειται να αφήσουν σαφώς το στίγμα τους
στους θεατές), την άψογη απόδοσή του, την καταπληκτική σκηνοθεσία, την ερμηνεία
καθώς και η ίδια παίζει με κυρίαρχους ρόλους εκείνου της αφηγήτριας και μετά της
ιδιοκτήτριας γκαλερί – εμπόρου μα και της στιχουργού ακόμη, με στίχους που
διδάσκουν και καταμηνύουν στο κοινό τη σκληρή αλήθεια της ζωής, πλήρως
εναρμονισμένους με την υπόθεση.
Η υπόθεση: Ο Μωρίς, ένας
ταμίας σε ιδιωτική επιχείρηση και παράλληλα ζωγράφος είναι παντρεμένος στο
Παρίσι με την καταπιεστική Αντέλ που δεν παραλείπει να τον μειώνει και να τον
προσβάλλει και κυρίως να του κανονίζει τη ζωή ελέγχοντας στενά τα οικονομικά του
σπιτικού τους. Πλην αυτών, η ίδια είναι προσκολλημένη στην ανάμνηση του πρώτου της
συζύγου Αλέξις που χάθηκε (πιθανότατα) στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σύμφωνα με εκείνη
ήταν γνήσιος άντρας διότι έπινε, κάπνιζε και περνούσε πολύ χρόνο στο καφενείο.
Κάποια στιγμή, ο Μωρίς, μόνος και απογοητευμένος (όπως τονίζει και ο ίδιος παντρεύτηκε
την Αντέλ καθαρά από μοναξιά) γνωρίζει μια ιερόδουλη, την Λουσιέν ή χαϊδευτικά
Λουλού που εκδίδεται από τον Αντρέ ή επίσης χαϊδευτικά Ντεντέ. Προκειμένου να
κερδίσει λίγες στιγμές ευτυχίας και ηδονής, ο Μωρίς αποφασίζει να υποταχτεί για
δεύτερη φορά σε γυναίκα και να μεταμορφωθεί σε έναν υπηρέτη που διαρκώς καλύπτει
τα έξοδα της Λουλού, που στην ουσία είναι οι σπατάλες του ακόλαστου βίου του
Ντεντέ. Μάλιστα, θυσιάζει την τέχνη του, δηλαδή τους πίνακες ζωγραφικής που φιλοτεχνεί
και τους προσφέρει στη Λουλού τους οποίους με τη σειρά της εκείνη υπογράφει με
ψευδώνυμο και μέσω των οποίων επωφελείται οικονομικά πουλώντας τους σε γκαλερί. Ένας φαύλος
κύκλος δημιουργείται, με τον Μωρίς να άγεται και να φέρεται, να πέφτει όλο και
πιο χαμηλά εκπορνευόμενος και αυτός με άλλο τρόπο (φθάνει στο σημείο να κλέψει
το ταμείο της επιχείρησης και μετά να χάνει και τη δουλειά του), τη Λουλού να εξευτελίζεται
ακόμα χειρότερα και τον Ντεντέ να αποδεικνύεται ακόρεστος κάτω από τη σκιά της χυδαιότητας
των εμπόρων τέχνης που καταλαβαίνουν μόνο από λεφτά αλλά και που είναι ιδανικοί
στην προώθηση ενός έργου ακόμα και όταν αυτό δεν αξίζει. Αγοραίος έρωτας, εκμετάλλευση
ανθρώπου από άνθρωπο, αυτοταπείνωση και αναξιοπρέπεια, αρρωστημένη αγάπη,
εμμονική με όποιες συνέπειες και μεγάλο ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον, πάθη, άβουλα
όντα, πρόταξη συμφέροντος, ανθρώπινη κακία και (ηθελημένη) βλακεία, ύβρις και νέμεσις, οι
βασικοί νοηματικοί άξονες της Σκύλας. Μια κωμωδία με άρωμα θεάτρου
αποστασιοποίησης μιας που συναντάμε δύο αφηγητές και τραγούδι/κίνηση αλλά και
στοιχεία από την Όπερα της πεντάρας του Μπρεχτ (λόγου χάρη την παρακμή της κοινωνίας
του Παρισίου εν προκειμένω) χωρίς όμως να πρόκειται για τέτοιο είδος θεάτρου. Η
πτώση μιας ολόκληρης κοινωνίας που κουβαλάει παθογένειες, ένα καζάνι που βράζει
και είναι έτοιμο να ξεχειλίσει. Δεν είναι τυχαίο που το έργο γράφτηκε το 1929,
κάτι το οποίο φαίνεται επιμελώς και στην αφίσα της προώθησης της παράστασης. Είναι
η χρόνια οπότε και σημειώθηκε το πασίγνωστο οικονομικό Κραχ στις Η.Π.Α.,
γεγονός που οδήγησε κόσμο στην αυτοκτονία και στην εξαθλίωση ενώ οι συνέπειές
του τύλιξαν ακόμα και την Ευρώπη. Χαρακτηριστική είναι η κυκλική διαδρομή του
έργου που εκκινεί και ολοκληρώνεται με τους δύο άντρες, Μωρίς και Αλέξις, να
είναι άστεγοι και να κρυώνουν διότι τους έχουν απομακρύνει από τους δημόσιους
χώρους ενώ το άνοιγμα ενός τέτοιου χώρου μετά από λίγο σε συνδυασμό με ένα ζεστό
πιάτο σούπα τους δίνει τόση χαρά που ο Μωρίς αναφωνεί ότι «η ζωή είναι ωραία!»,
μια ζωή που κάποτε ήθελε να τελειώσει γονατιστός και απελπισμένος από όσα
ζούσε, πότε με τη γυναίκα του την Αντέλ και πότε με την πόρνη Λουλού στην οποία
είχε δώσει τα πάντα.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών:
Ένας εξαίρετος θίασος με τον έναν ηθοποιό να είναι καλύτερος από τον
άλλο. Μια πολύ σφιχτά δεμένη ομάδα, απόλυτα συγχρονισμένη που μας ταξιδεύει
στην εποχή του μεσοπολέμου στη γαλλική πρωτεύουσα όπου μετοχές και ομόλογα και
εξωστρέφεια και ακριβές αγορές είχαν την τιμητική τους σε ένα παράλληλο σύμπαν
με περιθωριακούς ανθρώπους και καταπιεσμένα «ανθρωπάκια». Μου άρεσε πάρα πολύ ο
Μανώλης Ιωνάς στον ρόλο του ταλαιπωρημένου Μωρίς, ένα μυρμηγκάκι που ήθελε κι
αυτό να κερδίσει λίγη προσοχή και στοργή, ακόμα κι αν χρειαζόταν να πληρώσει
αδρά. Ένα μυρμηγκάκι ωστόσο που κατάφερε να κάνει την επανάστασή του και να
αποκτήσει ερωμένη, να στήσει μια ας πούμε πλεκτάνη και να απαλλαγεί από τη
δηλητηριώδη Αντέλ αλλά και να μην σκεφτεί ούτε μια στιγμή να ομολογήσει την
αλήθεια για το έγκλημα που διέπραξε μιας που ο ηθικός αυτουργός εν προκειμένω
ήταν αυτός που στην ουσία άξιζε να απαγχονιστεί. Τον έπαιξε
τέλεια! Μου άρεσε ιδιαιτέρως ο ηθοποιός Χρήστος Κασιέρης που ερμήνευσε τον αδίστακτο
και βεβαίως ανήθικο προαγωγό Ντεντέ. Όλο του το ύφος, το στήσιμο, το στυλ
έπειθαν απόλυτα για ένα αληθινό κατακάθι της κοινωνίας. Τόσο με τον άσχημο
απαιτητικό τρόπο που μιλούσε στη Λουλού όσο και με την απελπισία που έβγαλε στο
τέλος στην απολογία του. Ήταν πολύ πολύ καλός! Η Κερασία Σαμαρά βεβαίως που
μαζί με τον Δημήτρη Καραβιώτη υποδύθηκαν τους αφηγητές συχνά σε πρώτο ενικό
(και όχι μόνο τρίτο) αλλά και τους στυγνούς και εμετικούς εμπόρους τέχνης (και
οι δύο μάλιστα κοιμήθηκαν με τη Λουλού σημειώνοντας την απύθμενη χυδαιότητά τους).
Η Σαμαρά υποκρίθηκε και τη μητέρα της Λουλού που άκαρδη και αδιάφορη νοιάστηκε
μόνο για τα χρήματα μέσω των πινάκων που δήθεν ζωγράφιζε και πουλούσε η κόρη της και όχι
για την υγεία και την τύχη του παιδιού της. Η Χίλντα Ηλιοπούλου έγινε με
επιτυχία η συμπλεγματική και αγενής και κακόβουλη Αντέλ που της σκούπιζε τα
παπούτσια ο Μωρίς και τον συνέκρινε με τον Αλέξις μονίμως, ο Βασίλης Βλάχος
ενσάρκωσε κωμικά στο δεύτερο μέρος του έργου τον Αλέξις που μόνο γενναίος
ανθυπασπιστής δεν υπήρξε ενώ επιβίωνε με ψέματα και απάτες μέχρι που ήρθε και
για αυτόν η ώρα της τιμωρίας και τέλος η Αγγελική Ξενία υποκρίθηκε τη νεαρή όμορφη
Λουλού, την ψυχικά εξαρτημένη από τον Ντεντέ που βρήκε τραγικό τέλος. Της πήγε
πραγματικά πολύ ο ρόλος αυτός.
Η θεατρική απόδοση –
σκηνοθεσία: Ένας πραγματικός άθλος καθώς το να παραστήσεις μια
ιστορία με τόσο πλούσια δραματικά γεγονότα χωρίς καθόλου να κουράσεις το κοινό,
το να ζωντανέψεις ένα πολυπρόσωπο έργο και να μεριμνήσεις για τις διπλές
διανομές, το να δώσεις τη χροιά και της διάσταση ενός κειμένου που σκιαγραφεί
μια ολόκληρη εποχή και κοινωνία με όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά δίνοντας
συνάμα διαχρονικά μηνύματα δεν είναι καθόλου εύκολη δουλειά. Για παράδειγμα
όταν η Λουλού έπρεπε «να σταθεί στα πόδια της» γιατί έτσι την πρόσταζε ο Ντεντέ
γονατίζοντας μπροστά στον Μωρίς για να του κάνει στοματικό έρωτα, το πώς η ίδια
ηθοποιός γυμνώθηκε για να κάνει το μοντέλο στον ζωγράφο, ο τρόπος που
παραστάθηκαν οι έμποροι με την εκκεντρική έως γελοία περιβολή τους, οι
παρεμβολές των αφηγητών αλλά και στο τέλος η εκδίκαση της υπόθεσης του φόνου με
τους ανακριτές/δικαστές και ύστερα την ομολογία του Μωρίς με τα ξέμπλεκα μαλλιά, ήταν κάποιες από τις σκηνές που καταμαρτυρούν τη σκηνοθετική δεινότητα της Κ.Σ.
. Τέλος, μου άρεσε η χρήση ξηρού πάγου, ενός στοιχείου συνήθους επί σκηνής που
πάντα όμως δημιουργεί την επιθυμητή μυστηριώδη ατμόσφαιρα.
Τα κοστούμια της
παράστασης και η κίνηση των υποκριτών: Πολύ προσεγμένες οι ενδυματολογικές
επιλογές όπως για παράδειγμα τα ρούχα της Λουλού και του Αντρέ. Το ίδιο ισχύει
και για τους αφηγητές (είχαν και ανάλογο μακιγιάζ), σκοτεινοί και χαιρέκακοι
δεν αφηγούνταν απλά αλλά με την εμφάνισή τους έδιναν και τον παλμό των θλιβερών
γεγονότων ενίοτε με χιούμορ. Η κίνηση, πολύ επιμελημένη, εξασφάλισε ένα όμορφο
συνολικό αποτέλεσμα πάνω στη σκηνή, διαχυτικό, άκρως εκφραστικό, ακριβώς εξπρεσιονιστικό.
Είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος. Ειδάλλως, οι ηθοποιοί κινδυνεύουν να
κινούνται άσκοπα ή άγαρμπα ή να μένουν ακίνητοι ενώ δεν πρέπει.
Συμπέρασμα: Μια
παράσταση που ξεχωρίζει, όχι μόνο ανάμεσα στις εαρινές, δηλαδή σε αυτές που
μόλις ανέβηκαν μετά το Πάσχα, αλλά και όσες ανέβηκαν από το φθινόπωρο του 2024.
Αξίζει να την παρακολουθήσει κανείς χωρίς δεύτερη συζήτηση!
Λοιποί συντελεστές:
Μετάφραση: Ισμήνη Δούκα
Στίχοι τραγουδιών: Κερασία Σαμαρά
Εικαστική απόδοση: Εύα Μελά
Σκηνικά-Κοστούμια: Εύα Μελά, Άννα Λουκίδη-Ανδρέου
Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Τάκης Μπαρμπέρης
Κίνηση-Χορογραφίες: Ρούλα Κουτρουμπέλη
Φωτισμοί: Βαγγέλης Μούντριχας
Βοηθός σκηνοθέτη: Τώνια Αποστόλου
Διεύθυνση παραγωγής: Τζένη Αναγνωστοπούλου
Υπεύθυνη επικοινωνίας: Μαρίκα Αρβανιτοπούλου
Φωτογραφίες: Τζένη Γαβρά, Αντιγόνη Νουφαρίτση
Teaser: Γιάννης Νικέλλης
Σχεδιασμός αφίσας -προγράμματος: Πέτρος Αργυρός
Social Media: Εύα Καραχάλιου
Παραγωγή: ΘΕΣΙΣ www.thesisproduction.gr
Trailer:
https://youtu.be/XFx1LjRlunI
Comments
Post a Comment