Θέατρο «Μοντέρνοι Καιροί»
Δαμοκλέους 8, Κεραμεικός
Σκηνοθεσία: Φάνια Νταλιάνη
Ερμηνεύουν οι:
® Κατερίνα Κοντογούρη και Ορέστης
Στύλος
Αναλύει η Μαρίνα Αποστόλου την παράσταση του Σαββάτου 5
Απριλίου 2025 (στις 9.00 μ.μ.)
Πώς να είσαι
θετικός όταν δύο τρελοί απειλούν τον κόσμο με πυρηνική καταστροφή και όταν ο
τρίτος κόσμος είναι πιο τρίτος από ποτέ; (…) Πρέπει να κάνω
σεξ για να χαλαρώσω, πρέπει να παντρευτώ, πρέπει να κάνω τους γονείς μου περήφανους,
πρέπει να πληρώσω τη ΔΕΗ! |
Γενική αίσθηση: Μία ευφυέστατη, καλογραμμένη, καλοσκηνοθετημένη και με
φανταστικές ερμηνείες και άψογη κίνηση των ηθοποιών κωμωδία. Μία παραγωγή που
έχει προσεχθεί στην παραμικρή της λεπτομέρεια που ξεκινάει από την εναρκτήρια
σκηνή και το εύρημα με τον συνεργάτη του θεάτρου που σκουπίζει τον χώρο και ενημερώνει
για τα κινητά τηλέφωνα μέχρι και το φυλλάδιο της παράστασης που δεν φέρει απλά τις
βασικές πληροφορίες για το έργο αλλά και στοιχεία από την υπόθεση και την
κωμικότητα του κειμένου.
Περίληψη υπόθεσης: Αθήνα του σήμερα, Μεγάλο Σάββατο: Δύο νέοι άνθρωποι, μία
γυναίκα και ένας άντρας, άγνωστοι μεταξύ τους, συναντιούνται σε έναν φούρνο στο
Κουκάκι που φτιάχνει το καλύτερο τσουρέκι στην Αθήνα. Η ουρά μεγάλη και η
υπομονή που απαιτείται από τους πελάτες που περιμένουν να εξυπηρετηθούν ακόμα
μεγαλύτερη. Η μάχη για ένα συγκεκριμένο τσουρέκι και η παρεξήγηση ως προς το
ζήτημα της αναμονής θα οδηγήσουν την ήδη διαταραγμένη γυναίκα σε νευρικό
κλονισμό και επίθεση εις βάρος του άντρα, ο οποίος, όπως ανακαλύπτει το κοινό
στην πορεία, είναι σαφώς πιο πολιτισμένος και πιο ψύχραιμος. Είναι όμως και πιο
ψυχικά υγιής και πιο ισορροπημένος από την κοπέλα; Έχει λιγότερα παράπονα και
λιγότερους φόβους και ανασφάλειες από εκείνη ή απλά αντιμετωπίζει τη ζωή όσο
μπορεί πιο θετικά; Τι γίνεται όταν ο ένας πλέον βλέπει στον ύπνο του τον άλλον
μέσα σε όνειρα παρανοϊκά και ανερμήνευτα, συχνά και πικάντικα; Το φινάλε του
έργου ρεαλιστικό και αισιόδοξο και επισφραγισμένο με γεύση από αληθινό γλυκό
τσουρέκι!
Οι δύο δραματικοί χαρακτήρες/η δραματουργική σύλληψη: Το ότι τα πιο σοβαρά και ακανθώδη
θέματα προσεγγίζονται αμεσότερα και εξυπνότερα μέσω της κωμωδίας δεν είναι
καινούργια διαπίστωση και προφανώς η εν λόγω άποψη αρμόζει απόλυτα στην
περίπτωση του έργου Το τσουρέκι του Κωνσταντίνου Δελένδα. Ο συγγραφέας θέλοντας
όχι απλά να προβάλλει και να σχολιάσει αλλά και να καυτηριάσει (που εξάλλου
είναι και ο στόχος του είδους που υπηρετεί, της κωμωδίας) τη σύγχρονη
πραγματικότητα στη χώρα μας και όχι μόνο αλλά και να φωτίσει την ψυχολογία των
πολιτών της, πλάθει δύο άκρως αστείους χαρακτήρες που ζουν στο κέντρο της Αθήνας
παλεύοντας εναγωνίως να επιβιώσουν σε μια κοινωνία γεμάτη παθογένειες και
παρακμιακές εκφράσεις και απαξίες. Μέσα τους και πάνω τους κουβαλούν πληγές που
τους έχουν φορτώσει οι γονείς τους αλλά και η πατρίδα τους, η οποία και αυτή με
τη σειρά της εντάσσεται σε ένα ευρύτερο οικονομικό πλαίσιο παγκοσμιοποίησης
υπακούοντας σε κανόνες και νόρμες και επιταγές που έχουν επιβάλει βεβαίως
ισχυρότερα κράτη.
Η κοπέλα, μια νέα πληθωρική γυναίκα με κατακόκκινα μακριά
μαλλιά, μακριά επίσης νύχια, σπασμένα νεύρα, ιστορικό νευρικών κλονισμών και
λαμβάνουσα χάπια (στον χώρο της ας πούμε βλέπουμε νεσεσέρ με διάφορα κουτιά από
φάρμακα) περνάει μόνη της το Μεγάλο Σάββατο, που θα πει ότι το Πάσχα θα την
βρει στην πρωτεύουσα και όχι σε κάποια όμορφη εκτός των τειχών εκδρομή. Μεταβαίνει
από τον Κεραμεικό όπου διαμένει στο Κουκάκι για να προμηθευτεί το καλύτερο
βάσει φημών (για αυτή τη χρονιά) τσουρέκι σε όλη την Αθήνα. Όντας νευρασθενική,
η επαφή της με τα ερεθίσματα που θα εισπράξει κατά την αναμονή της στην ουρά
μέχρι την επιλογή του πολυπόθητου πασχαλινού γλυκού, θα την εκνευρίσει
χειρότερα με αποκορύφωμα την «εισβολή» εντός φαλακρού άντρα, του «γλόμπου» όπως
τον αποκαλεί σταθερά, στο κατάστημα που θα της κλέψει τη σειρά μα και το
τεμάχιο που εκείνη έχει ήδη επιλέξει εκ των προτέρων με τη ματιά της. Όπως είναι
αναμενόμενο, θα διαπληκτιστεί μαζί του και μάλιστα θα αποχωρήσει από τον φούρνο
με άδεια τα χέρια για να συνεχιστεί η ένταση που την διακατέχει στο ταξί που θα
πάρει κατόπιν για να επιστρέψει στο σπίτι της. Θα τσακωθεί με τον οδηγό, θα
μαλώσει με την έτερη πελάτισσα του οχήματος, θα σπάσει το τακούνι της, θα
λερωθεί σε λάσπες και κυρίως θα εξακολουθήσει να σκέφτεται τον «γλόμπο» που θα
στοιχειώσει τα όνειρά της αναμεμειγμένος με τις εμμονές της και τα τραύματα που
της έχει δημιουργήσει κυρίως η μητέρα της πότε με το ροζ χρώμα που μισεί παιδιόθεν
και πότε με την ασφυκτική, υστερική και καταστροφική επίβλεψή της όσο εκείνη
μεγάλωνε. Η απέχθειά της αλλά και η εμμονή της για το πρότυπο της τέλειας γυναίκας,
έτσι όπως ενσαρκώνεται μέσα από τηλεοπτικές εκπομπές και με τη συνδρομή πάντα της
πλαστικής χειρουργικής, την κάνει να παραφρονεί χειρότερα και να ονειρεύεται
τον εαυτό της παρουσιάστρια σε ανάλογο τηλεοπτικό θέαμα με φιλοξενούμενο ένα
πλάσμα του σύγχρονου επίσης κόσμου, έναν «influencer», που φυσικά κερδίζει χρήματα με το
εκκεντρικό του και κατά βάθος ψεύτικο και ανούσιο στυλ. Πώς η δικτατορία της εικόνας
για μια ακόμα φορά επιβάλλεται και αρρωσταίνει τους ανθρώπους και πώς ο
άνθρωπος μπορεί να οδηγηθεί στη λύτρωση και στην ευτυχία μέσα από φυσικές και
πιο λογικές επιλογές;
Ο νέος άντρας πάλι, ο φωτεινός, ο λαμπερός όπως αυτοαποκαλείται
καθ΄υπόδειξη κάποιου θεραπευτή – καθοδηγητή, καταναλώνει συγκεκριμένα προϊόντα
και πασχίζει να μένει πάντα θετικός παρόλα τα αρνητικά γύρω του. Στο πνεύμα
μιας απόλυτα ακραιφνούς θετικής ψυχολογίας, χαμογελά σταθερά και αγαπάει όλο
τον κόσμο. Αγαπάει το ροζ που μισεί η «αντίπαλός» του, αγαπάει το κοριτσάκι με
τα ροζ κοτσιδάκια, αγαπάει ακόμα και την ίδια τη γυναίκα που του έφερε το τσουρέκι
τρεις φορές στο κεφάλι χωρίς να του εξηγήσει τον θυμό της. Ωστόσο, παρόλη την
θετικότητα και την αισιοδοξία του και δεδομένου ότι δεν είναι αφελής και
διαθέτει αντίληψη και άποψη, δεν μπορεί να μην συνθλίβεται και αυτός από την
αδικία και τον παραλογισμό. Από την ακρίβεια και εν γένει από την κοινωνική
πίεση. Δεν μπορεί να μην θυμάται τα ανεκπλήρωτα όνειρά του και να μην λυπάται
για τους συμβιβασμούς του, να μην αγωνιά για το πώς θα φύγει κάποια μέρα από τη
στενόχωρη γκαρσονιέρα όπου ζει. Η συναναστροφή του με ασυνήθιστους ανθρώπους όπως
είναι οι λάτρεις του Δωδεκάθεου θα τον εμπλέξει σε μια παράξενη αρχαιοελληνική μυσταγωγία
και σε σκέψεις που θα τον ταξιδέψουν μακριά, απόκοσμα και θα τον κάνουν να
αναζητήσει και αυτός την ευτυχία που ακόμα δεν του έχει προσφέρει η ζωή.
Άγχος, νεύρα, ανασφάλειες, ματαίωση, τραύματα, σπρέι για την
αναπνοή, εισπνοές και εκπνοές, μοναξιά, αποσμητικά για την εφίδρωση – απόρροια του
στρες, αγωνία για το σήμερα και το αύριο, εύλογα ερωτήματα για το τι είναι δίκαιο
και πού είναι κρυμμένη η δικαιοσύνη, για το ποιος Θεός αγαπά ως επί το πλείστο τους
λευκούς ετεροφυλόφιλους και κάνει τα στραβά μάτια σε παιδόφιλους, ψυχαναγκαστικοί
στόχοι και κοινωνική έκπτωση αλλά και η ηρεμία που μπορεί να προσφέρει μια
καθαρή ανθρώπινη σχέση είναι οι βασικοί άξονες του έργου του Δελένδα.
Οι ηθοποιοί: Υπέροχες ερμηνείες, πολύ δύσκολο, σχεδόν εξαντλητικό το έργο
και των δύο ερμηνευτών. Το κείμενο είναι τόσο χειμαρρώδες και πυκνό και
ουσιαστικό, ειλικρινά υπήρχαν στιγμές που δεν το προλάβαινα! Τόσο η Κατερίνα
Κοντογούρη όσο και ο Ορέστης Στύλος, που ειδικά για αυτόν έχω να παρατηρήσω ότι
με εξέπληξε με την κωμική του δεινότητα, τα έβγαλαν πέρα άψογα ταυτιζόμενοι με
δύο ιδιαίτερα απαιτητικούς κωμικούς (ενίοτε κωμικοτραγικούς) χαρακτήρες που δρουν
επί σκηνής απνευστί μην επιτρέποντας στο κοινό να αφαιρεθεί ούτε μια στιγμή. Στο
σημείο αυτό, οφείλω βεβαίως να συγχαρώ και τον Βασίλη Γεωργοσόπουλο που
επιμελήθηκε την πολύ σωστή κίνησή τους. Χωρίς αυτή, η δράση θα ήταν κατώτερη
τρόπον τινά και ο εν λόγω καλλιτέχνης είναι, αν μη τι άλλο, μαιτρ στον τομέα
αυτό.
Η σκηνοθέτις: Απαιτητικό φυσικά ήταν και το έργο της Φάνιας Νταλιάνη, μιας νέας
σκηνοθέτιδος που έδειξε να εναρμονίζεται πλήρως με τους ηθοποιούς της αλλά και
από τη μεριά της να τους συντονίζει και συγχρονίζει τέλεια. Το να σκηνοθετείς
κωμωδία είναι σαφώς μια σκληρή δουλειά δεδομένου ότι οφείλεις να αναδείξεις
ορθά το κείμενο χωρίς να το υποβαθμίσεις ούτε καν να το υποφωτίσεις. Και στην
περίπτωση αυτή, η Φ.Ντ. το έχει αξιοποιήσει στο έπακρον τόσο μέσα των ηθοποιών της
όσο ακόμα και μέσω των φωτισμών που έχει επιλέξει όπως για παράδειγμα στα
όνειρα που υποτίθεται ότι βλέπουν οι δύο νέοι. Ξεχωρίζουν σημαντικά η σκηνή με
την πρωινή εκπομπή και τον influencer με την αφρικανική περούκα καθώς και η σκηνή στον φούρνο με τις
τρεις πολύ αστείες εκδοχές της συνάντησης των δύο ανθρώπων καθώς όπως και το
λεπτό που η κοπέλα μακιγιάρεται και γίνεται η θεά Αφροδίτη του νέου άντρα…
Συμπέρασμα: Απλά μην χάσετε αυτή την εξαιρετική παράσταση που ανεβαίνει
κάθε Σαββατοκύριακο στο φιλόξενο θέατρο των Μοντέρνων Καιρών! Και ναι, θα το
ξαναπώ, είμαστε περήφανοι για τη σύγχρονη ελληνική δραματουργία!
Λοιποί συντελεστές:
Επιμέλεια Σκηνικού – Κοστουμιών: Χριστίνα Ζαχαρία
Επιμέλεια κίνησης: Βασίλης Γεωργοσόπουλος
Φωτισμοί: Φάνια Νταλιάνη
Φωτογραφίες: Κατερίνα Αρβανίτη
Γραφιστική Επιμέλεια: Ευγνωσία Σοφιανίδου
Comments
Post a Comment