ΔΥΟ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΧΟΡΕΥΟΥΝ: ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
ΔΥΟ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΧΟΡΕΥΟΥΝ
του Ζουζέπ Μαρία Μπενέτ Ζουρνέτ
Θέατρο «ΔΙΑΝΑ»
Ιπποκράτους 7, 10434
Μετάφραση: Els de Paros
Σκηνοθεσία: Πυγμαλίων Δαδακαρίδης
Video Art: Πάτροκλος Σκαφίδας
Με τις: Κατιάνα Μπαλανίκα & Ιωάννα Ασημακοπούλου
Αναλύει η Μαρίνα Αποστόλου την παράσταση της Δευτέρας 11
Νοεμβρίου 2024 (στις 20.30)
Πρεμιέρα έκανε στο θέατρο «ΔΙΑΝΑ» τη
Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2024 η παράσταση Δυο γυναίκες χορεύουν του
Καταλανού δραματουργού Ζουζέπ Μαρία Μπενέτ Ζουρνέτ σε σκηνοθεσία Πυγμαλίωνα
Δαδακαρίδη. Τους δύο ρόλους κρατούν η Κατιάνα Μπαλανίκα και η Ιωάννα Ασημακοπούλου.
Θα ξεκινήσω το σχόλιό
μου αρχικά από το πολύ ζωντανό και ενθουσιώδες κλίμα που επικράτησε καθόλη τη
διάρκεια: από τη σταδιακή προσέλευση των θεατών μέχρι και την υπόκλιση των
ηθοποιών και του σκηνοθέτη συνοδευόμενη από το πολύ θερμό χειροκρότημα του κοινού,
το οποίο απαρτιζόταν σε μεγάλο βαθμό από καλλιτέχνες, κυρίως ηθοποιούς, αλλά
και κριτικούς θεάτρου. Έτσι εξάλλου «επιβάλλεται» να είναι κάθε πρεμιέρα: σαν
μια ζεστή και όμορφη γιορτή!
Το επόμενο ακριβώς
στοιχείο που νιώθω την ανάγκη να σχολιάσω είναι τα ιδιαιτέρως καλαίσθητα,
ευφάνταστα και πρωτότυπα video art του πολυτάλαντου φωτογράφου Πάτροκλου
Σκαφίδα. Δεν κοσμούσαν απλά την παράσταση, δεν την γέμιζαν μόνο και την πλαισίωναν τεχνικο-αισθητικά αλλά και ανέβαζαν το συναισθηματικό θερμόμετρό της. Κι αυτό διότι πρόκειται
για ένα δραματικό κείμενο πολύ ανθρώπινο, εξαιρετικά συγκινητικό και κυρίως εντυπωσιακό καθώς έχει γραφτεί από έναν άντρα, ο οποίος έχει καταφέρει να διεισδύσει πολύ
βαθιά στις ψυχές δύο γυναικών τόσο διαφορετικών και τόσο όμοιων ταυτόχρονα.
Τι χορός είναι άραγε αυτός
και πού θα οδηγήσει; Πώς γίνεται να «χορέψουν» μαζί δύο γυναίκες φαινομενικά
αταίριαστες, στην ουσία άγνωστες και ενίοτε συγκρουόμενες; Τι τις φέρνει κοντά,
τι τις χωρίζει πρόσκαιρα και πώς στο τέλος ευθυγραμμίζονται και ταυτίζονται
απόλυτα σε μια από κοινού γενναία απόφαση;
Η τρίτη ηλικία, η
αβάσταχτη μοναξιά μπροστά στην οποία είμαστε όλοι ίσοι ανεξαιρέτως, το νεκρό
παιδί – κοινός τόπος και μοτίβο ευρύτερα στη λογοτεχνία και όχι μόνο στο
θέατρο, η έλλειψη χρημάτων άρα και ανεξαρτησίας, η κατάθλιψη, η απόρριψη, τα απωθημένα
της παιδικής ηλικίας, η απουσία συναισθηματικής κάλυψης, η ανάγκη για λήθη, το
χιούμορ, ο αυτοσαρκασμός, η οικογένεια που δεν αποτελεί απαραίτητα στήριγμα για
το άτομο, η απουσία αυτοπεποίθησης, η μάχη με τον χρόνο αλλά κυρίως η αξία της φιλίας
που γεννιέται μέσα από τη διαρκή τριβή και πάλη μεταξύ των προσώπων είναι οι
βασικές θεματικές που πραγματεύεται το πολύ γνωστό αυτό έργο.
Μιλάμε για ένα
κείμενο που μετεωρίζεται ανάμεσα στο γέλιο και το δράμα. Συχνά, το χιούμορ του
είναι πικρό κι εκεί που το κοινό γελάει συνεχόμενα με την ψυχή του, εκεί το
ίδιο το έργο επιβάλλει τη σιωπή, τον προβληματισμό αλλά και τη θλίψη όταν μέσα
από εξομολογήσεις θα διαπιστώσει ότι οι δύο παρτενέρ στον χορό δεν ανήκουν
προφανώς στους τυχερούς αυτής της ζωής. Δυο γυναίκες που καμιά τους δεν έχει
όνομα, και το κυριότερο δεν έχει ούτε μέλλον. Δύο γυναίκες που έχουν μόνο
παρόν. Ελάχιστο παρόν. Γι’ αυτό και οφείλουν απέναντι στον εαυτό τους να το
διαχειριστούν όπως ακριβώς το επιθυμούν. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με μια
θεατρική σύλληψη που φωτίζει τα ανθρώπινα ελλείμματα και προβάλλει αναμφίβολα
την αξία της ειλικρινούς, αυθεντικής ανθρώπινης επαφής όπως και της ελεύθερης
βούλησης για το τέλος που επιθυμεί να γράψει ο καθένας στη δική του ιστορία. Το
τέλος του έργου προοικονομείται αρκετές στιγμές στην πορεία των διαλόγων και της
δράσης χωρίς όμως ποτέ να μπορεί να το μαντέψει ακριβώς ο θεατής, γι’ αυτό και
αποτελεί μια γλυκόπικρη έκπληξη. Το σημαντικότερο, το πιο ουσιαστικό πράγμα που
μαθαίνουμε και για αυτόν τον λόγο εξερχόμαστε του θεάτρου λίγο πιο σοφοί είναι ότι το τέλος αξίζει να το ζήσει κανείς σαν άνθρωπος. Να είναι δική του απόφαση,
συνειδητή, δίπλα σε πρόσωπα με τα οποία μπορεί και επικοινωνεί ποιοτικά και όχι
τυπικά ή πόσο μάλλον υποκριτικά. Να φεύγει πλήρης από συναισθήματα ψυχικής
ευφορίας, να έχει κάποιον να κοιτάζεται μαζί του στα μάτια υπό τους ήχους
γλυκιάς μουσικής που τον ταξιδεύει…
Η Κατιάνα Μπαλανίκα
έπαιξε την ηλικιωμένη, επιφανειακά χαιρέκακη γυναίκα που δεν βγαίνει πια από το σπίτι της. Ένα σπίτι
που κάποτε, όπως ακούμε, κατοικούνταν από πέντε άτομα που δεν χωρούσαν και ένα
σπίτι που πλέον μόνο με εκείνη μέσα δείχνει μεγάλο… Είναι χήρα, προσλαμβάνει
αρκετά χάπια την ημέρα, επιτηρείται από την κόρη της, μιλάει σπανιότατα με τον
γιο της, δεν έχει φίλες και μοναδική της απρόσμενη ασχολία είναι η … συλλογή
κόμικς με τους πάντα αλώβητους ήρωες. Ενσαρκώνει την ίδια στιγμή ένα κοριτσάκι φυλακισμένο στο σώμα μιας
μεγάλης γυναίκας, μια δύστροπη μεγάλη γυναίκα που χρήζει φροντίδας, μια θεοπάλαβη κυρία που χρησιμοποιεί το χιούμορ σαν ασπίδα στην επίθεση του χρόνου και της απελπισίας,
μια παράξενη απαιτητική πελάτισσα που αναζητά το θύμα της και τον σάκο του
μποξ της, μια μητέρα όλο παράπονα που μάλλον αδικεί την κόρη της (εδώ ας πούμε
βλέπουμε την αιώνια κόντρα μάνας – κόρης και τον δικαιολογημένο γιο, καίτοι
απών) μα και μια φίλη έτοιμη να λογικευτεί και να ακούσει τα πιο σκληρά, τα
πιο ανείπωτα πράγματα και να δώσει κατάλληλες συμβουλές. Θεωρώ ότι πάλεψε πολύ
με τον ρόλο της, έναν ρόλο δύσκολο για μένα και κατάφερε να τον κάνει κτήμα της,
να τον βάλει μέσα της, να τον φιλοξενήσει στις δοκιμές της παράστασης και να
τον βγάλει έξω έτσι όπως τον έχει εισπράξει και σμιλέψει και να τον προσφέρει τελικά στο κοινό.
Η Ιωάννα Ασημακοπούλου
– νέα γυναίκα είναι η μορφωμένη, η φιλόλογος, η δασκάλα που δεν είναι και πολύ
δασκάλα τελικά, η από Δήμαρχος, κλητήρας όπως ακούμε να την χαρακτηρίζει η
ηλικιωμένη, η οικονόμος, η πρώην μάνα, η πρώην σύζυγος και σχεδόν πρώην
γυναίκα, η συμβιβασμένη, η ανεπανόρθωτα πληγωμένη, αυτή που θέλει να ξεχνιέται, δεν θέλει να την ακουμπάει
κανείς, δεν κάνει όνειρα για ταξίδια και πιστεύει φανατικά πως όλοι οι άντρες
είναι γουρούνια… Ο δικός της ρόλος ίσως να δείχνει για λίγο πως είναι πιο
προσεγγίσιμος, δεν ισχύει όμως στην πράξη. Οι δύο χαρακτήρες στην
πραγματικότητα είναι ισοδύναμοι, εξίσου τρυφεροί και τραχείς ταυτόχρονα, έχουν
τιράντες που θέλουν προσοχή στην ερμηνεία και λεπτομέρειες που καθηλώνουν το
κοινό με τον τρόπο που εκφέρονται. Θεωρώ ότι έδεσε καλά με την Μπαλανίκα και
προϊόντος του χρόνου, γιατί πάντα μια παράσταση χρειάζεται χρόνο για να
στεριώσει, θα αποτελεί όλο και πιο ταιριαστό ντουέτο μαζί της επί σκηνής.
Δυο λόγια, τέλος, για
τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη που εξελίσσεται και ωριμάζει διαρκώς ως καλλιτέχνης
και μας εκπλήσσει με τις δημιουργίες του τόσο ως ηθοποιός, βεβαίως, όσο και ως
σκηνοθέτης εν προκειμένω. Είναι πολύ ταλαντούχος, προσωπικά τον ξεχωρίζω και
τον θαυμάζω. Έπαιξε όμορφα με τα φώτα, με την κίνηση (και δεν εννοώ μόνο τον
χορό στον οποίο έβαλε το χεράκι του ο Φωκάς Ευαγγελινός), μέτρησε σωστά τις αποστάσεις
αλλά και την εγγύτητα μεταξύ των δύο ηθοποιών και κατάφερε να τις συγκεράσει με
έναν τρόπο που αγγίζει το κοινό και το κάνει να αποχωρεί από το θέατρο πολύ
ευχαριστημένο. Ήδη από την εναρκτήρια σκηνή, με χαμηλά φώτα και την Ασημακοπούλου
να βαδίζει αργά μέσα στον χώρο του καθιστικού ξεσκονίζοντας ενώ η Μπαλανίκα
βρίσκεται στην πολυθρόνα της καθισμένη, δίνει άμεσα το στίγμα της σχέσης των
δύο γυναικών που θα βρεθούν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη βράδυ.
Λοιποί Συντελεστές:
Σκηνικά: Νατάσσα Παπαστεργίου
Βοηθός σκηνογράφου: Μαριάνθη Ράδου
Κοστούμια: Χρύσα Βαρβαγιάννη
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Βοηθός Σκηνοθέτη: Παναγιώτα Παπαδημητρίου
TRAILER:
https://www.youtube.com/watch?si=gttCXbpZeIAr6J_r&v=bo9P_QYIt7A&feature=youtu.be
Υπεύθυνος Επικοινωνίας: Αντώνης Κοκολάκης
Comments
Post a Comment