''ΛΥΣΣΑΣΜΕΝΗ ΓΑΤΑ'' : ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

 


ΛΥΣΣΑΣΜΕΝΗ ΓΑΤΑ

του  Τενεσί Ουίλιαμς

Θέατρο «ΑΘΗΝΑ»

Δεριγνύ 10, Αθήνα 10434

 

Βραβείο Πούλιτζερ

 

Απόδοση - Σκηνοθεσία - Εικαστική και Μουσική επιμέλεια: Δημοσθένης Παπαδόπουλος

 

Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί: Πέτρος Λαγούτης,  Μάρθα Λαμπίρη Φεντόρουφ,  Γιάννης Βούρος, Μαρία Κατσανδρή, Κώστας Ανταλόπουλος, Μένη Κωνσταντινίδου

 

Αναλύει η Μαρίνα Αποστόλου την παράσταση του Σαββάτου 9 Νοεμβρίου 2024 (στις 21.00)

 

  Υπάρχει περίπτωση να παρακολουθήσει ποτέ κανείς έργο του Τενεσί Ουίλιαμς στο θέατρο και να μην προβληματιστεί με τις θεματικές που θίγονται, με την καθάρια, καταγγέλλουσα θέση που λαμβάνει ο ίδιος ο δραματουργός απέναντι σε αυτές, να μην εκπλαγεί ή/και συμφωνήσει τουλάχιστον με τα συμπεράσματα που προκύπτουν μέσα από τη γραφή του, να μην αναγνωρίσει πάνω στους φορείς της δράσης στοιχεία του εαυτού του;

  Ο Τ.Ο., ο κατ’ εμένα σπουδαιότερος Αμερικάνος θεατρικός συγγραφέας, όχι απλά γυρίζει την πλάτη στην «Αγία Αμερικάνικη Οικογένεια» αλλά και καταπτύει στα μούτρα το περίφημο «Αμερικάνικο Όνειρο» της οικονομικής ευμάρειας, της φαμίλιας που συμπληρώνει την ευτυχία της μέσω της τεκνοποίησης, της επαγγελματικής καταξίωσης, των επιτυχημένων γάμων, των ισχυρών, φιλόδοξων αντρών που δεν λυγίζουν, των «γνήσιων» αρσενικών αλλά κυρίως της υποκρισίας, του ψέματος ή απλά της αληθοφάνειας που κουκουλώνει βαθιές, ανομολόγητες αλήθειες.

  Ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος, ένας κατά κοινή, θεωρώ, παραδοχή σημαντικός ηθοποιός με δεκαετίες πλέον στο καλλιτεχνικό ενεργητικό του σε Ελλάδα και εξωτερικό, αναλαμβάνει, πλην της σκηνοθεσίας, τη μετάφραση, τη διασκευή όπως και την ευρύτερη επιμέλεια της παράστασης (μουσική & εικαστική) και παραδίδει υπεύθυνα στο κοινό του θεάτρου «Αθηνά» ένα παραστασιακό αποτέλεσμα δύο περίπου ωρών (με παύση) που θα απολαύσετε το δίχως άλλο.

Ποια είναι τα υλικά και το ύφος που επιλέγει ο σκηνοθέτης:

·     Λιτή, σχεδόν άδεια σκηνή αλλά σημαίνοντα σκηνικά αντικείμενα: μπουκάλια ποτών, πατερίτσες, γκαρνταρόμπα της συζύγου του Μπρικ, δώρο μπουρνούζι μέσα σε ένα μεγάλο άσπρο κουτί, τούρτα γενεθλίων, γυαλιά ηλίου για τον πατέρα, καπέλα εορτασμού γενεθλίων (σήμα – κατατεθέν των αμερικάνικων γενεθλίων), κομφετί, χαρτιά συμβολαίου από τον δικηγόρο – μεγαλύτερο ηλιακά γιο που μετά θα σκορπίσουν.

Με την είσοδό του το κοινό στην πλατεία παρατηρεί ότι έχουν τοποθετηθεί μπουκάλια με ποτά έμπροσθεν, μπουκάλια με ποτά όπισθεν ενώ στην πορεία θα διαπιστώσει πως μέσα στην οικία υπάρχει και ένα ακόμη μπαρ (ενίοτε κλειδωμένο) με άφθονο πάγο. Κατά αυτόν τον τρόπο, δίδεται άμεσα το στίγμα του κυρίαρχου στοιχείου του αλκοόλ που κυριεύει τη ζωή και τη στάση του Μπρικ καθώς αυτός πάσχει από εξάρτηση στο ποτό αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο τον περιβάλλει. Ο αλκοολισμός του, ως ασθένεια πλέον, είναι ο κεντρικός άξονας γύρω από τον οποίο στρέφεται η δράση με πρώτο παράλληλο άξονα τη θανατηφόρο ασθένεια του πατέρα του που επηρεάζει τη βούληση και τις κινήσεις εν γένει των μελών της οικογένειας.

·     Στην εναρκτήρια σκηνή, τοποθετεί μόνο του τον Μπρικ, (φωτίζοντάς τον κατάλληλα), ο οποίος έχει υποστεί κάταγμα στο πόδι και στηρίζεται σε βακτηρίες. Έτσι, όχι μόνο ενημερώνεται το κοινό, που τυχόν να μην γνωρίζει την υπόθεση, για το ατύχημα του πρωταγωνιστή αλλά εισπράττει έμμεσα το συναίσθημα της μοναξιάς και της απόγνωσης που τον κατακλύζουν. Στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης είναι σκυφτός, καταθλιπτικός, λιγομίλητος, αποζητά μόνο το ποτό και δεν έχει κανένα στόχο στη ζωή του. Θυμάται διαρκώς τον Σκίππερ, τον πολυαγαπημένο του φίλο (και όχι μόνο) και θρηνεί με τον τρόπο του για τον θάνατό του. Αξίζει να σημειωθεί ότι η απελπισία είναι γενικευμένη στα δραματικά πρόσωπα του εν λόγω έργου και δηλώνεται από το καθένα σε διαφορετική στιγμή και με έτερο τρόπο.

·     Διαιρεί την παράσταση σε δύο μέρη επιτρέποντας στο κοινό να αναπαυθεί και εκκινεί το δεύτερο μέρος όχι ακριβώς από εκεί που είχε σταματήσει το πρώτο αλλά λίγο νωρίτερα επιτυγχάνοντας μια ενδιαφέρουσα σύνδεση των γεγονότων και της πλοκής.

·     Όνομα φέρει μόνο ο αλκοολικός Μπρικ και όχι από την έναρξη καθώς και ο αποθανών Σκίππερ όταν ο λόγος έρχεται σε αυτόν μέσα τους διαλόγους και την τριβή των χαρακτήρων. Όλοι οι υπόλοιποι, παρουσιάζονται και δρουν με βάση τη συγγενική τους σχέση.

·     Η ύπαρξη των παιδιών του μεγάλου γιου υποδηλώνεται στην έναρξη με σχετικό ηχητικό θέμα.

·     Για αρκετή ώρα, κατεβάζει από τη σκηνή τον Μπρικ και τον βάζει να δρα εκτός ιδίως τις στιγμές που αμύνεται με όλη του την οικογένεια απέναντί του˙ να αμύνεται για τα συναισθήματά του, για τη θύμηση του Σκίππερ που τον λιώνει, για την πατρική περιουσία που δεν τον αφορά, για τη γυναίκα του που τον απωθεί, για την αλήθεια που δύσκολα κανείς μπορεί να αντέξει.

 Ψέμα και υποκρισία επί σειρά ετών που κάνουν ένα σπιτικό να ζέχνει όμως διατηρούν την ισορροπία μεταξύ των μελών της, ροπή στις εξαρτήσεις ως ύστατο καταπραϋντικό και καταφύγιο παρηγοριάς, ομοφυλοφιλία που τη δεκαετία του 1950, οπότε και γράφτηκε το έργο, ήταν όνειδος και έπρεπε να τηρείται μυστική, πλουτολαγνία, συμφεροντολογία, αδυναμία και μικρότητα μπροστά στην αρρώστια, αδίστακτοι άνθρωποι που δημιουργήθηκαν από το μηδέν, υπερφιλοδοξία, συμβατικότητα που δεν είναι δυνατόν να εξηγηθεί (πχ ο πατέρας παραδόξως ζει 40 χρόνια με τη γυναίκα του που την σιχαίνεται κι όμως έχει επαφή σεξουαλική μαζί της, δεν την χώρισε ποτέ ενώ απέκτησαν μαζί δύο γιους), γυναίκες – σύζυγοι που πασχίζουν να κρατήσουν τους άντρες τους και αγαπούν τα πάντα πάνω τους «ακόμα και τη σκληρότητά τους», η σιωπή που διογκώνει μια ήδη νοσηρή κατάσταση, η τεκνοποίηση ως καταξίωση του ανθρώπου σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, η αυτοχειρία όμως μέσο λύτρωσης ελλείψει προσωπικής αξίας (ο Σκίππερ κάνει ''skip'' την ίδια τη ζωή του...), η αγάπη των γονιών για τα παιδιά τους που δεν είναι πάντοτε δεδομένη και δεν συνεπάγεται απαραίτητα και την αγάπη των παιδιών προς τους γεννήτορες είναι τα βασικότερα, ορατά σημεία που συζητάει ο Τ.Ο. στη Λυσσασμένη γάτα.

  Μου άρεσε πολύ ο Γιάννης Βούρος ως μεγάλος πατέρας ή αλλιώς πάτερ φαμίλιας που είχε φτωχικά, δυστυχισμένα παιδικά χρόνια με πατέρα σχεδόν περιθωριακό, που έχτισε μια σημαντική περιουσία πάραυτα και που έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στην οικογένεια. Διά στόματος πατέρα, ο Τ.Ο. απογυμνώνει την Ευρώπη ως ένα παλιατζίδικο και δηλώνει την αηδία του για την παιδική εκμετάλλευση. Σαν άλλος Οιδίπους, ο πατέρας αγνοεί την αλήθεια για την ασθένειά του και συντρίβεται όταν την πληροφορείται. Όσο την αγνοεί, παρόλα τα 70 του χρόνια, κάνει όνειρα για το μέλλον, φιλοδοξεί να γλεντήσει τη ζωή και πασχίζει να υποστηρίξει τον άρρωστο γιο του διερευνώντας τα αίτια του αλκοολισμού που τον κάνει να υποφέρει. Είναι σκληρός αλλά όχι αδιάφορος, είναι δυνατός αλλά όχι και άτρωτος. Η προτίμησή του για τον μικρό, αδύναμο γιο του δηλώνεται ευθέως ενώ δεν επιθυμεί καμιά παρέμβαση όταν θέλει να μείνει μόνος μαζί του για να βρει μια λύση στο πρόβλημα.

  Η Μαρία Κατσανδρή ήταν πολύ καλή ως μητέρα, μου άρεσε ο τρόπος, η τρυφερότητα που εξέπεμπε για όλους και δη για τον Μπρικ (για παράδειγμα τον δικαιολογεί όταν τον βλέπει να πίνει αφού όλος ο κόσμος πίνει λίγο – πολύ), η αγάπη για τον άντρα της, η άρνησή της να κουβεντιάσει για κληρονομιές και συναφή θέματα όταν ενημερώνεται για τον καρκίνο του και τις μεταστάσεις σε ζωτικά όργανα που καταργούν κάθε ελπίδα, ακόμα και η στιγμή που βγάζει την ξανθιά περούκα με τις μπούκλες και την ξαναφοράει μετά έχει ένα ειδικό βάρος στο πώς επικοινωνεί τα συναισθήματά της απέναντι στη μεγατόνων πραγματικότητα.

  Ο Πέτρος Λαγούτης ως Μπρικ πιστεύω ότι ακολούθησε τις σκηνοθετικές οδηγίες του Παπαδόπουλου προκειμένου να πείσει για παραιτημένος, καταθλιμμένος και εθισμένος, αντιμέτωπος με ένα τσούρμο συγγενείς, η Μένη Κωνσταντινίδου έπαιξε πολύ καλά την έγκυο σύζυγο του μεγάλου γιου, μια γυναίκα που είναι έτοιμη να κάνει ενέσεις μορφίνης στον πεθερό της για να τον ανακουφίσει αλλά και που απαιτεί να λάβει τη μερίδα του λέοντος από την περιουσία δεδομένου ότι έχει φέρει στον κόσμο πέντε παιδιά. Η Μάρθα Λαμπίρη Φεντόρουφ στάθηκε στο ύψος ενός δραματικού προσώπου που φέρει ανάμεικτα χαρακτηριστικά. Και αγαπάει, και απελπίζεται και προσπαθεί να διορθώσει και να δώσει δεύτερη και τρίτη ευκαιρία στον γάμο της, και να κατανοήσει αλλά και να διεκδικήσει εκτός από τον άντρα της και το μερίδιο που τους αξίζει. Δεν λησμονεί τη φτώχεια της δικής της οικογένειας και δεν θα διστάσει να ξεστομίσει ένα σοβαρό ψέμα που ο Μπρικ περιέργως δεν θα μπει καν στον κόπο να αποκρούσει. Τέλος, ο Κώστας Ανταλόπουλος υποδύεται πολύ σωστά τον μεγάλο γιο και δικηγόρο στο επάγγελμα που απαιτεί όσα πιστεύει ότι του αναλογούν και δεν θα φοβηθεί ακόμα και την έγκυο σύζυγό του να πετάξει καταγής σε μια στιγμή θυμού και έκρηξης αναφορικά με τα συμφέροντά του.

  Τέλος, μπράβο στον Δημήτρη Ντάσσιο για τις ενδυματολογικές επιλογές του. Πραγματικά, μας μετέφερε στην Αμερική του 1950.

 

Λοιποί Συντελεστές:

Κοστούμια:  Δημήτρης Ντάσσιος

Φωτισμοί:   Σάκης Μπιρμπίλης

Φωτογραφίες:  Χάρης Γερμανίδης

Βοηθός Σκηνοθέτη:  Λίνα Μπότη

Υπεύθυνη επικοινωνίας :   Μαρίκα Αρβανιτοπούλου

 

Teaser: https://www.facebook.com/61565800314113/videos/1189120785488014

Comments