ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ: ΥΠΟΘΕΣΗ ΠΑΠΕΝ - ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ:
ΥΠΟΘΕΣΗ ΠΑΠΕΝ
Κειμενική σύνθεση: ALTERA PARS
Θέατρο ALTERA PARS
Μεγάλου
Αλεξάνδρου 123 – Κεραμεικός
Σάββατο, 5 Οκτωβρίου
2024
9 μ.μ.
Σκηνοθεσία: Πέτρος Νάκος
Αναλύει η Μαρίνα Αποστόλου
Παράσταση – υπόδειγμα για όποια άτομα φιλοδοξούν να γίνουν
θεατρικοί σκηνοθέτες. |
Βρισκόμαστε στην επαρχιακή πόλη Λε
Μαν της Γαλλίας γύρω στο 1930. Δύο νεαρές αδερφές, η Κριστίν και η Λέα εργάζονται
σκληρά και αδιάκοπα ως υπηρέτριες στην οικία της οικογένειας Λανσελέν. Τα
δικαιώματά τους είναι ελάχιστα, ο σεβασμός που πρέπει να επιδεικνύουν στα μέλη
του σπιτιού είναι επιβεβλημένος ενώ το διάλειμμά τους από τα σχεδόν κάτεργα
πραγματοποιείται αποκλειστικά και μόνο κάθε Κυριακή.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι δύο
αυτές γυναίκες εργάζονται ως υπηρέτριες. Αγάπη δεν γνώρισαν ποτέ από τους γονείς
τους και γενικότερα δεν έχουν εισπράξει καμιά συναισθηματική κάλυψη. Ο πατέρας τους
δεν αναφέρεται καν στην υπόθεση, άρα συμπεραίνουμε ότι είναι ανύπαρκτος, ενώ η
μητέρα τους μη μπορώντας να αναθρέψει τις κόρες της τις βάζει εσώκλειστες σε
μοναστήρι. Εκεί όμως τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Πέρα από τη μοναξιά,
ασκείται βία στα κορίτσια από τις καλόγριες, η Κριστίν προσπαθεί να αποδράσει
από κει ενώ η Λέα, η νεότερη από τις δύο παραδίδεται από τη μάνα τους, όπως και
η αδερφή της νωρίτερα, σε διάφορα σπίτια προκειμένου να εργαστεί ως υπηρέτρια.
Αρχικά, τα δύο κορίτσια εργάζονται σε ξεχωριστές οικίες, αλληλογραφούν ώστε να
μαθαίνουν η μία τα νέα της άλλης μέχρι που η Κριστίν κατορθώνει να πείσει τα
αφεντικά της να φέρουν και τη Λέα ως υπηρέτρια στον ίδιο χώρο με κίνητρο την εξοικονόμηση
χρημάτων.
Κι ενώ τα πράγματα βαίνουν καλώς με
τις κοπέλες να ικανοποιούν την ξιπασμένη και αυταρχική κυρία τους, Κριστίν και
Λέα ανακαλύπτουν μια πτυχή της σεξουαλικότητάς τους που ως τότε υπέβοσκε, ίσως να
ήταν καταπιεσμένη ή να αποτέλεσε μονόδρομο ή και φυσική, αναπόδραστη εξέλιξη
δεδομένων των στερήσεων και των πολυάριθμων περιορισμών. Ίσως να πρόσφερε ασφάλεια,
τρυφερότητα αλλά και σαρκική απόλαυση, χαρές πέρα ως πέρα άγνωστες και άφθαστες
για κοπέλες σαν εκείνες.
Η Κριστίν είναι δυναμική, δεν
φοβάται και διεκδικεί αυτό που επιθυμεί με σθένος. Είναι πολύ αποτελεσματική
και ικανή σε ό,τι της ανατίθεται. Έχει μένος ενάντια στη μητέρα τους για τον
τρόπο που τις διαχειρίστηκε και ασκεί σαφή εξουσία στη Λέα που παρουσιάζεται
πιο συνεσταλμένη, φοβική και προσκολλημένη στη γεννήτορά τους. Η Κριστίν φροντίζει
να χειραφετηθεί η Λέα, δηλαδή να μπορεί να επίσημα με απόφαση της τοπικής
διοίκησης να κρατάει για τον εαυτό της τα χρήματά της χωρίς να τα αποδίδει στη
μητέρα της με κριτήριο πλέον την ηλικία της (τα 16 χρόνια ζωής). Η Κριστίν επίσης
ζηλεύει τη Λέα ερωτικά όταν για παράδειγμα χαμογελάει στη Ζενεβιέβ, τη νεαρή
δεσποινίδα του σπιτιού. Η Λέα όμως, παρότι αθώα και τρομοκρατημένη, υπονοεί
ερωτικό παρελθόν με κάποια καλόγρια του μοναστηριού, την αδερφή Βαλέρια, την
οποία εκτιμά ιδιαιτέρως και αναπολεί. Ο ερωτισμός ανάμεσα στα κορίτσια είναι
διάχυτος (ακούμε για τα όμορφα μάτια της Κριστίν…) ενώ ακόμα και η κυρία τους παραξενεύεται
όταν οι κοπέλες μένουν για ώρα κλεισμένες στο δωμάτιό τους όπου και μοιράζονται
το ίδιο κρεβάτι με τη Λέα να φοράει τη χειροποίητη κομπινεζόν της αδερφής της.
Η Κριστίν απαιτεί αποκλειστικότητα από τη Λέα ψυχή τε και σώματι. Είναι
κτητική, αποφασιστική και τίποτα δεν μπορεί να της στερήσει τη μικρή της Λέα. Περίτρανη
απόδειξη αυτού συνιστά εξάλλου η έκβαση των πραγμάτων αλλά και η κραυγή της την
ώρα ανακοίνωσης της ποινής της. Δεν την νοιάζει τόσο ο θάνατος όσο ο
αποχωρισμός της από τη Λέα.
Η αληθινή ιστορία των αδερφών Παπέν
αποτέλεσε έμπνευση για τον Ζαν Ζενέ που πάνω τους συνέλαβε τις γνωστές «Δούλες».
Στην περίπτωση της ομάδας του Altera
Pars, εικάζω ότι έχουμε να κάνουμε με
μια ενδελεχή ιστορική έρευνα της υπόθεσης και κατόπιν με τη συγγραφή ενός κειμένου
αρκετά εκτενούς με πλούσια δράση και δραματικά γεγονότα που οι θεατές παρακολουθούν
αχόρταγα. Προσωπικά, δεν ήθελα να τελειώσει η παράσταση. Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις
που κάθεσαι αναπαυτικά στο κάθισμά σου και απολαμβάνεις το αισθητικό,
καλλιτεχνικό προϊόν. Αυτό το τόσο όμορφο αποτέλεσμα οφείλεται σε πολύ σημαντικό
βαθμό στη σκηνοθετική προσέγγιση του Πέτρου Νάκου που παίζει και σκηνοθετεί επί
σειρά ετών στο θέατρο του Κεραμεικού με την πανέμορφη, ζεστή σκηνή και το πάντα
ωραίο και εύστοχο φροντιστήριό της. Χωρίς υπερβολή, με το που εισέρχεται ο
θεατής στον θεατρικό χώρο νιώθει άνεση και οικειότητα.
Θα επιμείνω όμως στη σκηνοθετική
επιτυχία του έργου. Ο Νάκος επιμελείται πολύ τις σκηνές του δίνοντας σάρκα και
οστά στο κείμενο, συχνά με τρόπο ανατριχιαστικό. Με γοήτευσε πιο πολύ από κάθε
άλλη φορά από κάθε άλλη του παράσταση. Και δεν είναι μόνο η πλήρης αξιοποίηση της
θεατρικής σκηνής του Altera
Pars που όντως
παρέχει σημαντικές δυνατότητες, είναι και το ταλέντο του σκηνοθέτη, οι γνώσεις
του, το αναμφίβολο μεράκι του για την τέχνη του. Εντελώς ενδεικτικά, αναφέρω το
σκοτάδι όταν πέφτουν τα φώτα τόσο στην εναρκτήρια σκηνή όσο και για τη μετάβαση
από τη μία σκηνή στην άλλη, η παράλληλη δράση (πότε ας πούμε συνομιλούν οι δύο
αδελφές στην κουζίνα, πότε η μητέρα με την κόρη στο καθιστικό ενώ προηγουμένως
όσο παρακολουθούμε μάνα και κόρη να ξιπάζονται στο σαλόνι οι δύο υπηρέτριες μένουν
παγωμένες δηλαδή ακίνητες), η μουσική
ένδυση που ενδυναμώνει το συναίσθημα και επιτείνει όταν πρέπει το ήδη ηλεκτρισμένο
και νοσηρό κλίμα, η χρήση που γίνεται στις δύο σκάλες αριστερά και δεξιά της σκηνής
με τα δύο εργαζόμενα κορίτσια πριν ανταμώσουν αλλά και μετά επί το έργον όταν η
Λέα πανικοβάλλεται νομίζοντας πως έχει σπάσει ένα βάζο, η φωτογραφία μάνας και
κόρης σε κάδρο σε συγκεκριμένο σημείο ιδιαιτέρως φωτισμένη από πορτατίφ, η
στιγμή που οι κοπέλες ξοδεύουν ένα μέρος των οικονομιών τους για να βγάλουν
μαζί μια αναμνηστική φωτογραφία μια Κυριακή που επιτέλους την περνάνε μαζί,
μόνο μαζί μακριά από τις αυταρχικές κυρίες τους και την εκμετάλλευση της μάνας τους.
Εκεί ειδικά, ο Νάκος τις φέρνει σχεδόν μέσα στην πλατεία, τις δυο τους με τη
σκηνή στο βάθος να έχει σκοτεινιάσει ενώ η απόδοση του τότε τρόπου φωτογράφισης
που ξάφνιαζε και τύφλωνε είναι άριστος.
Στην παράσταση πρωταγωνιστούν τέσσερις πολύ καλές ηθοποιοί: η Αγγελική Κοντού που παίζει την Κριστίν, η Αιλιάνα Μαρκάκη που ενσαρκώνει τη Λέα, η Μίνα Χειμωνά που έχει τον ρόλο της σκληρής οικοδέσποινας – εργοδότριας και η Άντα Κουγιά που υποδύεται την κακομαθημένη, αφελή και λαίμαργη Ζενεβιέβ, υποχείριο της μητέρας της. Πολύ ωραίες ερμηνείες, με άψογη σκηνοθετική καθοδήγηση και με την Αγγελική Κοντού να μου αρέσει προσωπικά πάρα πολύ. Είναι εξαιρετικά ταλαντούχα ηθοποιός, με συγκλόνισε στον ρόλο της μεγάλης αδερφής από την πρώτη κιόλας στιγμή που με την επίσης υπέροχη φωνή της τραγουδούσε το νανούρισμα της Λέα. Ήταν μοναδική και τη στιγμή της κορύφωσης (point culminant) όταν με λυτά τα μαλλιά της καλούνταν να υπερασπιστεί τη Λέα αντιμετωπίζοντας τη λύσσα της κυρίας της για το χαλασμένο σίδερο, το πεσμένο φως και την καμένη σατέν μπλούζα της.
Μια παράσταση που δεν είναι μόνο
τέχνη αλλά και ιστορία. Συγκλονίζει, ερεθίζει, πληροφορεί, συγκινεί, προβάλλει
ένα μαύρο παρελθόν που δεν πρέπει να ξανάρθει στις ανθρώπινες κοινωνίες. Αλλά
και ένα έργο με βαθύ κοινωνιολογικό χαρακτήρα. Γυναίκες με συντετριμμένη
σεξουαλικότητα, που ποτέ δεν θα παντρευτούν όπως ειρωνεύεται κάποια στιγμή η
μέλλουσα νύφη Ζενεβιέβ, οι τεράστιες οικονομικές ανισότητες (αφενός οι πολύ
πλούσιες οικογένειες και από την άλλη τα πάμφτωχα κορίτσια – υπηρέτριες), οι
εργαζόμενες εσωτερικές «δούλες» που ταυτόχρονα ήταν καθαρίστριες, μαγείρισσες,
μοδίστρες, οικονόμοι, η ίδια η κοινωνία που μόνη της εκτρέφει κτήνη τα οποία
αύριο θα ανοίξουν το στόμα τους και δικαίως θα την κατασπαράξουν. Δεν είναι
τυχαίο που την εποχή εκείνη η γαλλική κοινωνία διχάστηκε με τους μισούς πολίτες
να αναγνωρίζουν ελαφρυντικά στις δύο κοπέλες. Αν ήσουν υπηρέτρια εκείνη την
εποχή κοιμόσουν σε δωμάτιο χωρίς θέρμανση, ήταν θράσος να ζητήσεις δεύτερη
κουβέρτα για το βράδυ, έπρεπε να φοράς αδιάλειπτα τη στολή σου και να έχεις μαζεμένα
τα μαλλιά σου, έπρεπε να θυμίζεις πάντα ότι αποτελείς υπηρετικό προσωπικό με
την εμφάνισή σου. Οι υπηρέτριες ήταν καθρέφτης της οικογένειας και αντικείμενο
συζήτησης στη μικρή θλιβερή και χωρίς αξίες κοινωνία. Και βεβαίως, για να
μεταβείς από τη μία οικογένεια στην άλλη για να εργαστείς, οι καλές συστάσεις
ήταν απαραίτητες ειδάλλως έμενες άνεργη και εν προκειμένω και άστεγη.
Αναλυτικές πληροφορίες εδώ: https://alteraparstheater.gr/project/plasmata-tou-theou-ypothesi-papin/
Comments
Post a Comment