ΕΝΕΝΗΝΤΑ
της Βαλέριας Δημητριάδου
Πειραιώς 260
Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου
Τρίτη, 18 Ιουνίου 2024
9 μ.μ.
Κείμενο – Σκηνοθεσία: ΒΑΛΕΡΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ
Αναλύει η Μαρίνα Αποστόλου
«Λοιπόν μαλάκα, επίλεξε! Ή θα ζήσεις ή θα την
ακολουθήσεις… Αν είναι να ζήσεις σαν πεθαμένος, δεν αξίζει»
Η Βαλέρια Δημητριάδου είναι από τις
πιο γλυκές και προφανώς δημιουργικές παρουσίες στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο.
Αμφιβάλλει κανείς;
Και δεν θα αναφερθώ σ’ αυτό που
υποψιάζεται κανείς, δηλαδή στο ανυπέρβλητο για μένα πολυβραβευμένο έργο της Και
εφύτευσεν ο Θεός παράδεισον που δικαίως πόνεσε ψυχές, αφύπνισε μυαλά και
πρόσφερε τη συγκίνηση που είχαμε ανάγκη να αισθανθούμε (για την ακρίβεια
φεύγαμε όλοι κομμάτια από το Σύγχρονο Θέατρο τον περασμένο Σεπτέμβριο) αλλά θα
σταθώ αποκλειστικά και μόνο στο νέο έργο της με τον τίτλο Ενενήντα.
Πρόκειται για ένα δραματικό κείμενο που είχα τη χαρά (αλλά και τη δυσκολία λόγω
περιοχής όμως χαλάλι) να παρακολουθήσω στον χώρο Ε’ της Πειραιώς 260, στην
τέταρτη και τελευταία παράσταση που δόθηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και
Επιδαύρου για εφέτος το καλοκαίρι.
Κι ενώ το δελτίο τύπου και πολλές
ιστοσελίδες που προβάλλουν το εν λόγω έργο σημειώνουν πως η κεντρική ιδέα είναι
η τρίτη ηλικία και το δικαίωμά της στον έρωτα κι εν γένει στη ζωή (δικαίωμα που
ο πολύς κόσμος θεωρεί ότι δεν υφίσταται), προσωπικά εντόπισα πολλές άλλες ιδέες
ορατές και σημαντικές που στρέφονται γύρω από τον άξονα της τρίτης ηλικίας.
Τη Δημητριάδου δεν την απασχολεί
μόνο αυτό, δηλαδή το δικαίωμα και η ευκαιρία στη ζωή την ίδια όταν πια είσαι
ηλικιωμένος. Πράγματι, το βασικό δραματικό πρόσωπο της υπόθεσης είναι ένας
ενενηντάχρονος κύριος που επιθυμεί τόσο πολύ να ζήσει, να γελάσει, να
διασκεδάσει, να βρει φίλους, να αγαπήσει, να πράξει πράγματα που οι συνομήλικοί
του δεν υπάρχει περίπτωση ούτε να σκεφτούν, όμως παράλληλα και ταυτόχρονα
θίγονται και επισημαίνονται ένα σωρό άλλα θέματα που πρωταγωνιστούν στη
σύγχρονη Ελλάδα.
Συνεπώς, μέσα στη σκέψη της
συναντάμε τις ευάριθμες εξής θεματικές πλην της διαχρονικής αγάπης για τη ζωή:
& Τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα στην Ελλάδα που δεν
επιτρέπουν σε έναν ηλικιωμένο να ζήσει μόνος του, σε δικό του μισθωμένο σπίτι,
έχοντας την ησυχία του, αλλά τον οδηγούν είτε σε γηροκομείο είτε σε μια ακραία
συγκατοίκηση, μη βιώσιμη όση καλή θέληση κι αν υπάρχει.
& Τα ίδιου τύπου προβλήματα που πηγάζουν από την
ανεργία ωθούν έναν νέο άνθρωπο στην εσωστρέφεια, την απελπισία, τη
μυστικοπάθεια που γεννάει το ένα ψέμα μετά το άλλο, τη διατάραξη της σχέσης του
με το μοναδικό πρόσωπο που έχει στη ζωή του, στην απώλεια της οικίας του, στην
κατάθλιψη.
& Τα οικονομικά ζητήματα επίσης κάνουν έναν νέο
άνθρωπο να ετεροαπασχολείται, να αλλοτριώνεται, να χάνει τα καλύτερα χρόνια της
ζωής του, να συμβιβάζεται, να κερδίζει λίγα χρήματα, να συμβιώνει υπό μια
περίεργη συνθήκη προκειμένου να εγκαταλείψει στα τριάντα του χρόνια την
οικογενειακή στέγη, να παραιτείται από την εργασία του όταν πια αυτή δεν θα
υποφέρεται, να αναζητά την ευτυχία μέσα από ήπια ναρκωτικά και τη δυνατή
μουσική, να ψάχνει τον έρωτα στις νέες σύγχρονες εφαρμογές της τεχνολογίας, να
μην μπορεί να εκτιμήσει την ερωτική εξομολόγηση, στοιχείο της ανθρώπινης
έκφρασης που ανήκει πια σε περασμένες εποχές…
& Η κατάθλιψη, φαινόμενο των σύγχρονων κοινωνιών που
«ακμάζει», προέρχεται από τις βαθιές απογοητεύσεις, από την έλλειψη εναρμόνισης
με τους Άλλους, από τη μη αποδοχή, από τη μοναξιά και τελικά από την έλλειψη
ψυχοθεραπείας που είναι απαραίτητη. Ένας καρκίνος της ψυχής που οδηγεί είτε σε
μεγάλο θυμό, είτε σε απομόνωση, είτε ακόμα και στην αυτοχειρία…
& Η δύσκολη σχέση πατέρα – ενήλικα γιου όταν η μητέρα
δεν είναι πια στη ζωή αλλά έχει φύγει από αυτή αδόκητα. Οι ύβρεις, οι κόντρες,
οι αντιθέσεις, το έλλειμμα επικοινωνίας, η ανειλικρίνεια που επιφέρει την
αποξένωση.
& Η αναπηρία, ως τυχαίο, δυστυχές συμβάν που στερεί
από έναν άνθρωπο τη χαρά της ζωής μα κυρίως τη δράση. Η αναπηρία που περιορίζει
τη δραστηριότητα.
& Η φιλία, αυτή η κορυφαία σχέση μεταξύ των ανθρώπων
που την διέπει η αγάπη, η αλληλοβοήθεια, η ενσυναίσθηση, η υποστήριξη ηθικά και
υλικά. Οι δυσκολίες που απαντώνται προκειμένου να υπάρξει, να διατηρηθεί, να
δυναμώσει. Οι αλλόκοτοι τρόποι μέσω των οποίων αυτή εκκινεί συχνά μεταξύ
φαινομενικά «αταίριαστων» ατόμων. Η παρεμβατικότητα που την χαρακτηρίζει
μερικές φορές και πόσο αυτό δύναται να προξενήσει ενόχληση (για παράδειγμα η
κοπέλα στο αμαξίδιο πραγματοποιεί με δική της πρωτοβουλία έρανο για να
συγκεντρώσει χρήματα ώστε να πληρωθούν τα νοσήλεια του «γέρου»).
& Το σύστημα υγείας που έχει καταρρεύσει και δεν
μπορεί να καλύψει τις ανάγκες των ασθενών (μέσα από την υπερβολή που είναι μια
από τις τεχνικές της δραματουργού ακούμε ας πούμε πως τα δημόσια νοσοκομεία
έχουν καταργηθεί εντελώς εδώ και ένα έτος…)
& Η γλυκιά ταραχή που προκαλεί ο καινούργιος έρωτας
μέσα από τον ενθουσιασμό ό,τι ηλικία και να έχει κανείς.
& Η επί πολλά χρόνια χηρεία, τα υγιή αντίδοτα σε
αυτή, ο τρόπος που μας «βλέπουν» οι Άλλοι εν τοιαύτη περιπτώσει, το πόσο επιδρά
αυτό πάνω μας.
& Η Μνήμη ως κατάφυγιο, τρόπος ζωής, κινητήρια
δύναμη, λόγος να ζεις.
& Ο έρωτας ως εξίσωση…
& Οι οίκοι ευγηρίας ως θλιβερά μέρη να γερνάει ένας
άνθρωπος, οι βαρετές συνήθειες συνδεδεμένες με την τρίτη ηλικία όπως λ.χ. το
τάβλι, οι δραστηριότητες μέσα σε έναν τέτοιο χώρο που είναι κάποιες φορές
εκφυλισμένες ή παρακμιακές μόνο και μόνο για να φαίνεται πως υπάρχει ενδιαφέρον
όπως λ.χ. οι βραδιές ποίησης.
& Η τσιμεντένια ζωή στην πόλη όπου όμως ένα όμορφο
πάρκο της έρχεται να ομορφύνει το γκρίζο της και να αποτελέσει αφορμή για νέες
γνωριμίες. Αν βέβαια κάποιος έχει τα «μάτια» να το διακρίνει.
& Οι παρανοήσεις ως απόρροια της ελλειμματικής ή
ανύπαρκτης επικοινωνίας.
Μετά από τις θεματικές, έχω φυσικά
την ανάγκη να αναφερθώ στις τεχνικές που επιλέγει η Β.Δ. . Μία την ανέφερα ήδη
και είναι η υπερβολή. Δημιουργώντας και πάλι ένα πολυπρόσωπο έργο (πράγμα
σπάνιο το τελευταίο διάστημα στο θέατρο) η συγγραφέας πράττει ως εξής:
& Επιλέγει να μην έχει όνομα κανείς. Τα δραματικά της
πρόσωπα ακούγονται, δρουν και προσφωνούνται με βάση την ηλικία ή την ιδιότητα
(ο γέρος, η υπάλληλος, ο γιος κτλ).
& Ορίζει έναν κύριο φορέα δράσης, εν προκειμένω τον
γέρο, και γύρω του τοποθετεί όλους τους άλλους δραματικούς χαρακτήρες –
δορυφόρους που ενίοτε σχολιάζοντας ή τραγουδώντας συστήνουν ένα είδος χορού
αρχαίας τραγωδίας.
& Επιλέγει επίσης το αφηγηματικό στοιχείο. Τα ίδια
αυτά πρόσωπα αφηγούνται τη δράση και τα γεγονότα.
& Ντύνει την παράσταση με τη δική της μουσική,
ζωντανά με μουσικούς κάποιους από τους ίδιους τους ηθοποιούς – μέλη του
ιδιότυπου αυτού χορού που για να παραστήσουν τους τρόφιμους του γηροκομείου φορούν ανάλογες μάσκες.
& Συνδέει και χωρίζει μαζί με παύσεις. Πρόκειται για
στοιχείο δραματικό που μελετάται χωριστά και εδώ εφαρμόζεται αλλά και
επισημαίνεται από τους ηθοποιούς κάθε φορά ανελλιπώς.
Έχουμε να κάνουμε με μια παράσταση
που ενώ εκκινεί κάπως μουδιασμένα, στη συνέχεια εξελίσσεται και δυναμώνει τόσο
από την άποψη του κειμένου όσο και της σκηνοθεσίας! Λάτρεψα πραγματικά το φως
που γινόταν φεγγάρι στον τοίχο. Προσέδιδε μια διάσταση ρομαντική μα κυρίως
ανθρώπινη…
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο κ.
Δημήτρης Παπαγιάννης ξεχώρισε ως «γέρος». Για την ακρίβεια έδωσε ρεσιτάλ
ερμηνείας! Ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης ήταν δυνατός στις σκηνές της σύγκρουσης με
τον πατέρα του ενώ πολύ καλοί ήταν όλοι οι ερμηνευτές στους ρόλους που έπαιξαν
ως πρόσωπα συσχετιζόμενα με τον «γέρο» ως συγκάτοικοι, υπάλληλοι, νέος έρωτας,
φίλη.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Σκηνικά: Τίνα Τζόκα
Κοστούμια: Δήμος Κλιμενώφ
Σχεδιασμός φωτισμού: Τάσος Παλαιορούτας
Κίνηση: Κατερίνα Φωτιάδη
Mουσική: Βαλέρια Δημητριάδου
Βοηθός σκηνοθέτιδας: Αθηνά Σακαλή
Σχεδιασμός ήχου: Φοίβος Παπαγιάννης
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά) Βαγγέλης Αμπατζής, Αντριάνα Ανδρεόβιτς,
Κωνσταντίνος Ασπιώτης, Έλη Δρίβα, Μαρία Κατσανδρή, Μιχάλης Πανάδης, Δημήτρης
Παπαγιάννης, Μαριάμ Ρουχάτζε
Οργάνωση – Εκτέλεση παραγωγής Χρύσα Κοτταράκου, Βασιλεία Τάσκου
Comments
Post a Comment